Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2022
SERRA RADIO ΤΡΟΠΟΙ ΑΚΡΟΑΣΗΣ
Σάββατο 23 Οκτωβρίου 2021
Χαψία, τα ψάρια των Ποντίων
Παρασκευή 17 Σεπτεμβρίου 2021
e-Pontos.gr: Γράμμα από τον Πόντο - Ένα ντοκιμαντέρ-φόρος τιμής...
Δευτέρα 17 Μαΐου 2021
Φίλωνα Κτενίδη Η Καμπάνα του Πόντου"
Δευτέρα 26 Απριλίου 2021
Εθνικός Ύμνος Ελλάδας
Σάββατο 24 Απριλίου 2021
ΤΑ ΠΟΝΤΙΑΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑ ΚΑΙ Η ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΟΥΣ
Δευτέρα 12 Απριλίου 2021
Παρασκευή 2 Απριλίου 2021
Πέμπτη 1 Απριλίου 2021
Ο Απριλτς σον Ποντον
Τρίτη 30 Μαρτίου 2021
ΧΡΎΣΑΝΘΟΣ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗΣ
Δευτέρα 29 Μαρτίου 2021
Ποντιακά επίθετα και η προέλευση τους
Σάββατο 27 Μαρτίου 2021
Το παρακάθ’ Κωνσταντίνος Μαυρόπουλος Κανλικέτες
’ Το παρακάθ’
Ακολουθεί ένας κατάλογος καλλιτεχνών στο τραγούδι και διάφορα όργανα!!!
Συνήθως προσφέρονταν ελαφρά κεράσματα, σοκολατάκια, λικερ, κουλουράκια, κ.λ.π.
Καμιά φορά να έλεγαν και κανένα τραγουδάκι (εγώ ποτέ δεν άκουσα).
Αλλά ούτε μπεκροπίνανε, ούτε χόρευαν!!!
Σε ένα τραπέζι μαζεύονταν το πολύ δεκαπέντε άτομα, μόνο άνδρες, είχαν έναν κεμεντζετσσή και έτρωγαν διάφορους μεζέδες, έπιναν συνήθως ρακί και τραγουδούσαν δίστιχα!!!
Αυτό γινόταν μέσω αστεϊσμών, πειραγμάτων, ανεκδότων, και γενικά μέσα σε ατμόσφαιρα ευχάριστη.
Αυτό ήταν το ταλάσσεμα.
Κι αυτό κάποιοι θέλουν να το ονομάζουν παρακάθ’!!!
Η Ποντιακή διάλεκτος
1. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
Η ποντιακή διάλεκτος και η καππαδοκική διάλεκτος αποτελούν τα λεγόμενα Μικρασιατικά ιδιώματα, τα οποία έχουν ομοιότητες με τα Κυπριακά, τα Δωδεκανησιακά και άλλα (Χίου, Ικαρίας). Για τα Μικρασιατικά ιδιώματα γράφει ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης: «Χωρισμένα νωρίς από την επίλοιπη ελληνόγλωσση περιοχή και με ξενόγλωσσο υπόστρωμα, έμειναν για αιώνες χωρίς εύκολη συγκοινωνία και χωρίς γραπτή παράδοση, που να στηρίζη την προφορική γλώσσα, και ακολούθησαν διαφορετική εξέλιξη. Διατήρησαν γνωρίσματα τη παλιάς ελληνιστικής κοινής, καθώς και της μεσαιωνικής γλώσσας, και είναι έτσι από τ' αρχαϊκότερα νεοελληνικά ιδιώματα. Από το άλλο μέρος όμως, ενώ έμειναν καθαρά από άλλες ξένες επιδράσεις και διατήρησαν πολλές λέξεις και τύπους αρχαϊκούς, δέχτηκαν, ιδίως τα καππαδοκικά και τα σιλιώτικα, βαθύτερη την επίδραση από τα τούρκικα» (Ιστορική εισαγωγή 274). Για τα στοιχεία που διαμόρφωσαν την ποντιακή ο Δ. Οικονομίδης γράφει ότι «αφού ως η νέα λαλουμένη ελληνική καθόλου υπέκυψε και αύτη εις την κοινήν λεγομένην ελληνικήν ολίγα τινά μόνον στοιχεία εκ της ιωνική ς διασώσασα, ικανά όμως άλλα αρχαιοπινή, προσέλαβεν έπειτα και πολλάς λέξεις και πολλούς γραμματικούς τύπους εκ της μεσαιωνικής και της βυζαντιακής γλώσσης, από δε της αλώσεως και πολλάς κατ’ ανάγκην τουρκικάς λέξεις, τας οποίας και σήμερον έτι διατηρεί τινάς μεν αυτουσίους, τινάς δε μετά καταλήξεων ελληνικών κατά τους ιδίους αυτής γραμματικούς κανόνας» (Γραμματική 5).
Η ποντιακή διάλεκτος μιλιόταν στα νότια παράλια του Εύξεινου Πόντου και στο εσωτερικό της Μ. Ασίας. Αρχίζοντας από τα δυτικά, με όριο την Ινέπολη (Ιωνόπολιν), φτάνουμε στα ανατολικά ως τη Ριζούντα (Ρίζαιον, τουρκ. Ριζέ) και την Κολχίδα (τας Αθήνας). Από την Ινέπολη ως την Οινόη η ζώνη των ποντιακών διακοπτόταν από τουρκόφωνους πληθυσμούς και είχε εστίες την Ινέπολη, τη Σινώπη, την Αμισό (Σαμψούντα), την Οινόη. Αλλά και στην υπόλοιπη περιοχή, όπου μιλιόταν η ποντιακή, συνυπήρχαν και τουρκόφωνοι πληθυσμοί. Η πιο μεγάλη ενδοχώρα όπου ακούγονταν τα ποντιακά ήταν νότια της Τραπεζούντας με τις περιοχές της Γεμουράς, Ματσούκας, Σάντας, Κρώμνης, Χαλδίας [με πρωτεύουσα την Κάν(ιν), λόγια Αργυρούπολη, τουρκ. Γκιμισχανέ], Χεριάνων. Ποντιακά μιλούσαν και σε διάφορες παροικίες μεταλλωρύχων (ματεντζήδων) Ποντίων σε μεταλλειοφόρες περιοχές, όπως στο Γκιουμούς-μαντέν (νότια της Σινώπης), Ακντάγ-μαντέν (βόρεια του Άλυ), Μπουλγάρ-μαντέν (στο Ικόνιο, κοντά στον Ταύρο), Άργανα (στο Ντιαρμπεκίρ) κ.α. Επίσης μιλούσαν ποντιακά έποικοι από τον Πόντο στις παραμεθόριες με την Τουρκία περιοχές του Καυκάσου (Καρς, Βατούμ κ.ά.) και της νότιας Ρωσίας (περιοχές Κρασνοντάρ, Ζντάνοφ κ.ά.).
Η ποντιακή διάλεκτος, και εξαιτίας του εκτεταμένου γεωγραφικού χώρου όπου είχε απλωθεί και από έλλειψη επαφών και επικοινωνίας ανάμεσα στους ομιλητές της, είχε κατατμηθεί σε διάφορα ιδιώματα. Κυριότερα απ' αυτά ήταν τα εξής:
- Το ιδίωμα Τραπεζούντας, Ματσούκας, Σάντας και Χαλδίας. Ήταν η πολυπληθέστερη διαλεκτική ομάδα, γιατί αποτελούσε τα εννέα δέκατα (9/10) του ποντιακού ελληνισμού, κατά τον Α.Α. Παπαδόπουλο. Απ' αυτούς μάλιστα αποικίστηκαν στα μεταγενέστερα χρόνια οι περιφέρειες Τρίπολης, Κερασούντας, Κοτυώρων και Αμισού, καθώς και περιοχές στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας όπου πήγαν ως μεταλλουργοί.
- Το ιδίωμα Όφη και Σουρμαίνων.
- Το ιδίωμα Κερασούντας και Τρίπολης, που παρουσιάζει τις λιγότερες αλλαγές σε σχέση με τα υπόλοιπα ιδιώματα.
- Το ιδίωμα Οινόης.
- Το ιδίωμα Αμισού. Η παράλια πόλη Αμισός (Σαμψούντα) ήταν συνονθύλευμα από Έλληνες της Καππαδοκίας, Κωνσταντινούπολης, Οινόης και άλλων μερών του Πόντου. Γι’ αυτό δεν μπορούμε να κάνουμε λόγο για ιδιαίτερο γλωσσικό ιδίωμά της.
- Το ιδίωμα Ινέπολης. Είναι το πιο δυτικό από τα ιδιώματα του Πόντου και γι' αυτό επηρεάστηκε σοβαρά από την κοινή νεοελληνική.
Μπορούν να μνημονευτούν ακόμα τα ιδιώματα Κοτυώρων (Ορντούς), Σινώπης, Νικόπολης κ.ά.
Σήμερα βέβαια ο όρος «ποντιακή διάλεκτος» δεν έχει γεωγραφική έννοια. Μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών Ελλάδας και Τουρκίας το 1922 οι Πόντιοι ζουν διεσπαρμένοι σε όλη την Ελλάδα, και σε αστικά κέντρα και ιδίως στην ύπαιθρο. Για τον τρόπο που μιλιέται τώρα η ποντιακή και για το μέλλον της έγραψε ο Α.Α. Παπαδόπουλος: «Και όπου μεν έχουν εγκατασταθή εις συνοικισμούς ακραιφνώς ομοιογενείς, όπως εις την Μακεδονίαν, εκεί επί του παρόντος εξακολουθεί να ομιλήται η διάλεκτος όπως και εις τον Πόντον, αλλ’ όπου ανεμείχθησαν με άλλους πρόσφυγας προερχομένους άλλοθεν της Τουρκίας, όπως εκ της Ανατολικής Θράκης, εκεί έπαυσε να είναι ακραιφνής. Το ίδιον συμβαίνει και όπου ανεμείχθησαν με ιθαγενείς είτε των αστικών κέντρων είτε της υπαίθρου χώρας. Πάντως δε κατά νόμον φυσικόν θα συντελεσθή συν τω χρόνω πλήρης πανταχού γλωσσική αφομοίωσις των Ποντίων διά της επιδράσεως της κοινής Ελληνικής και θα έλθη χρόνος, ότε η διάλεκτος θα ανήκη πλέον εις την κατηγορίαν των νεκρών γλωσσών. Εξαίρεσιν θα αποτελέσουν τα ιδιώματα του Όφεως και της Τόνγιας, περιφερειών της επαρχίας Τραπεζούντας, διότι οι ελληνόφωνοι κάτοικοι αυτών, απόγονοι εξισλαμισθέντων Ελλήνών, δεν υπήχθησαν εις την ανταλλαγήν ως Μουσουλμάνοι την θρησκείαν» (Ιστορ. λεξ. ποντ. γ').
2. ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
Από τα χαρακτηριστικά της διαλέκτου μνημονεύονται επιλεκτικά με συντομία:
2.1. ΦΩΝΗΤΙΚΑ-ΦΩΝΟΛΟΓΙΚΑ
- Τα φωνήεντα και τα σύμφωνα της ποντιακής είναι γενικά τα ίδια με της κοινής νεοελληνικής. Στα σύμφωνα της ποντιακής υπάρχουν επιπλέον τα παχιά συριστικά σ, τσ, ξ, τξ, όπως και σε άλλα νεοελληνικά ιδιώματα.
- Το αρχαίο η προφέρεται ως ε, δηλαδή η ποντιακή διατηρεί την αρχαία ιωνική προφορά του η: άκλερος, νύφε, κλέφτες, εγάπεσα, ζεμία, έτον, χωρέτες, κλέμαν, σκωλέκ(ιν), εκοιμέθα κ.ά. Το φαινόμενο αυτό, ενώ έχει μεγάλη διάδοση, εμφανίζει ταυτόχρονακαι πολλές εξαιρέσεις: ποτήρ’, νιφτήρα, αληγορώ, να τερής, βροντή, χολή, ασκητής, χρήμαν κ.ά.
- Συγκοπή (εξαφάνιση) των φωνηέντων i και u όταν βρίσκονται αμέσως μετά ή αμέσως πριν από την τονιζόμενη συλλαβή: χωράφ’, εσ’χώρεσα-εσ’χωρώ, ακούω-έκ’σα, χωρέτ’, κορ’τσόπον, κλέφτ(ει)ς, κλέφτ(ου)ς, επέγ(ει)να, πορπάτ(ει) κ.ά. Το φαινόμενο αυτό συμβαίνει σε ορισμένα ιδιώματα και παρουσιάζει πολλές εξαιρέσεις. Αν μετά την εξαφάνιση του i και u τα σύμφωνα που συμπίπτουν είναι το τ και το σ, προφέρονται τσιτακιστικά, σαν τσ, όχι διεσταλμένα: δεσπότς, Μάρτς, κλέφτς, πότσον, φώτσον κ.ά. Σε άλλες περιπτώσεις ανάμεσα στα σύμφωνα που συμπίπτουν αναπτύσσεται, για φωνητικούς λόγους, ένα τ ή π: φέρεις → φέρ’ς → φέρτς, κρίντς (κρίνεις), θέλτς (θέλεις), Αντώντζ (Αντώνης), γειτόντζα (γειτόνισσα) κτλ., Αβράμης → Αβράμ’ς → Αβράμπς, καϊμακάμπς, κρέμπσον (κρέμισον), ημπσός (ήμισυς) κτλ.
- Προφέρονται ασυνίζητα οι ακολουθίες φωνηέντων ea, eo και ίa: βασιλέας, βαρέα, παλαίος, αραίος, παιδία. εθυμίασα κ.ά.
- Τα φωνήεντα ea και ia, καθώς και eo και io, όταν είναι άτονα ή τονίζεται το δεύτερο, προφέρονται σαν ενδιάμεσοι φθόγγοι α και ο: όρνα, παλά, δάκρα, δάβoλoς, σπέλον, παλόνω, δάκρον κ.ά.
- Διατηρείται σε ορισμένα ιδιώματα το τελικό ν (το παιδίν, το χωράφιν, την ημέραν, τον κύρην, επαίρεν, τερέστεν κ.ά.) ή εμφανίζεται προσθετικά (το χώμαν, το στόμαν, το θάμαν, ο βασιλέαν, ο κριτήν, ο Γιάννεν κ.ά.).
- Ο τόνος ανεβαίνει στην κλητική των ονομάτων: Άναστασ’, Βάσιλ’κη, Εύγενη, Φώτεινη, Γέρικα, 'Αντων’, γάμπρε κ.ά. Αυτό γίνεται όταν υπάρχει έμφαση στο κάλεσμα, δηλαδή σε περιπτώσεις δυσφορίας, ανυπομονησίας κτλ.
- Τονίζονται και πέρα από την τρίτη συλλαβή από το τέλος («τρισυλλαβία»)
o θηλυκά προπαροξύτονων επιθέτων (έμορφεσα, άσκεμεσα, νόστιμεσα κτλ.) και
o ρηματικοί τύποι που κρατούν αμετακίνητο τον τόνο τους (έκαιγαμε, ετίμαναμε, έκατσετεν, εκάκυνανε κτλ.).
Στις περιπτώσεις αυτές λέγεται ότι αναπτύσσεται «δευτερεύων τόνος», ασθενέστερος από τον κύριο τόνο, σε περιορισμένη ίσως γεωγραφική έκταση.
2.2. MOPΦΟΛOΓIΚA
- Εμπρόθετα άρθρα ση (γεν. = στου, στης, στων), σου, σον, σην, σο κτλ.: ση Παρέσας (στης Παρ.), σον ποπάν (στον παπά), σο χωράφ’ (στο χωράφι) κτλ.
- Επικράτηση του ουδέτερου άρθρου τα σε θηλυκά ουσιαστικά που δηλώνουν άψυχα πράγματα ή έμψυχα μη λογικά όντα: τα λαλίας, τα εικόνας, τα κοσσάρας, τα κορώνας κ.ά.
- Τα ουσιαστικά σε -ος όταν είναι έναρθρα λήγουν σε –ον και όταν είναι άναρθρα σε -ος: ο γυρευόν γυρεύει αλλά γυρευός κρούει σην πόρταν, ατός ο Χριστόν έτον αλλά αγούτος παλαλός έν’, κττ. Το φαινόμενο αυτό συμβαίνει κανονικά στα ιδιώματα Κερασούντας, Κοτυώρων, Τραπεζούντας, Χαλδίας κ.ά.
- Σχηματισμός γενικής των αρσενικών σε -ος: ο πάππον - τη πάππονος, λύκονος, άρκονος, γέρονος, πάρδονος, Τούρκονος.
- Η υποκοριστική κατάληξη -όπον είναι η πιο διαδεδομένη υποκοριστική κατάληξη της διαλέκτου: κορ’τσόπον, ρακόπον (ρακί), μαλλόπα (μαλλιά), παιδόπον (παιδί) κτλ.
- Σχηματισμός θηλυκού επιθέτων σε -ος και -εσα:
ο άλαλος - η άλαλος και άλαλεσα - το άλαλον, ο άνοστος - η άνοστος και άνοστεσα - το άνοστον, η άσκεμος και άσκεμεσα, η άχαρος και άχαρεσα, η έμορφος και έμορφεσα κτλ. • Η αύξηση των ρημάτων ε μπαίνει κανονικά, είτε τονίζεται είτε όχι: εβάλ’να, εκοιμέθα, εφανέρωσα, εφανέρωσαμε κτλ.
- Ένας τύπος μέλλοντα και για τη διάρκεια και για το στιγμιαίο: θα τρέχω = «θα τρέχω» και «θα τρέξω», θα ζώσκουμαι = «θα ζώνομαι» και «θα ζωστώ».
- Για τη δήλωση πράξης που θα ακολουθήσει αμέσως μετά τη στιγμή της ομιλίας χρησιμοποιούνται εκφράσεις καθώς έχ’ και πάω ή πάω και στέκω = «θα πάω αμέσως».
- Σχηματισμός προστακτικής σιγματικού και άσιγμου αορίστου σε -ον: φανέρωσον, τίμεσον, γράψον, δείξον, βάλον, στείλον, σύρον κ.ά.
- Η παθητική φωνή των ρημάτων σχηματίζεται σε -ουμαι (-γουμαι, -κουμαι, -σκουμαι, -ίουμαι): ξεραίνουμαι, θερίγουμαι, φυτεύκουμαι, κλώσκουμαι, τιμίουμαι κ.ά.
- Τα παλιά ρήματα σε -όω σχηματίζουν παθητική φωνή σε -ούμαι: φανερούμαι, στεφανούμαι, φορτούμαι κ.ά.
- Κατάληξη α' πληθ. ενεστώτα παθητικής φωνής σε -μες: φαίνουμες, κάθουμες, φυτεύκουμες κ.ά.
- «Από τα λίαν χαρακτηριστικά γνωρίσματα της διαλέκτου είναι η πρωτοφανής ανάπτυξις και έκτασις των τοπικών επιρρημάτων» (Α.Α. Παπαδόπουλος). Τα επιρρήματα αυτά χρησιμοποιούνται
o απλά: αδά (= εδώ), εκεί, ατού (= αυτού), έξ' (= έξω), άν’ (= άνω), κά (= κάτω) κ.ά.
o συνδυασμένα: ατού απέσ' (= αυτού μέσα), ατού αφκά (= αυτού κάτω), αδά μερέαν (= εδώ μεριά) κ.ά.
o σύνθετα: απέσ’ (από+έσω), αποπέσ’ (από+απέσω), ακειαπάν’ (εκεί+επάνω), αδαπλάν (αδά+πλάν), απαγκαικά (επάνω και κάτω) κ.ά.
2.3. ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΑ
- Σύνταξη επιθέτου ουδέτερου γένους με αρσενικά και θηλυκά ουσιαστικά που φανερώνουν άψυχα πράγματα ή έμψυχα μη λογικά: έμορφον λαλία - έμορφα λαλίας, το χρυσόν η μαστραπά, τα μαύρα τα ημέρας κτλ. (αλλά η έμνοστος η νύφε, η άσκεμος η γραία, η καλέσα η μάνα κτλ.).
- Οι εμφατικοί τύποι των κτητικών αντωνυμιών (τ’ εμόν, τ’ εσόν – τ’ εμέτερον, τ’ εσέτερον, τ’ ατεινέτερον) χρησιμοποιούνται μόνο στο ουδέτερο γένος και στον ενικό αριθμό. Στον πληθυντικό μπαίνουν μόνο όταν αναφέρονται σε ουδέτερα πληθυντικού αριθμού: τ’ εσόν η γυναίκα, τ’ εμόν ο Γιάννες, τ’ εσέτερον τα εγκλησίας, τ’ εμέτερον οι δεσκάλ’ κτλ. αλλά τ’ εσά τα ψέματα, τ’ εμέτερατα λώματα κτλ.
- Το αντικείμενο εκφέρεται πάντα σε αιτιατική πτώση: είπα τον κύρη σ’, έδειξα ’τον τ’ οσπίτ’ν ατ’, ντο λέγω σε, έφερα τον Γιάννεν έναν γράμμαν κτλ.
- Οι αδύνατοι τύποι της προσωπικής αντωνυμίας επιτάσσονται πάντα, ακόμα και ύστερα από άρνηση: είπε με, είδεν ατουνούς, εδώκα ‘τον, ‘κί πουλεί με το χτήνον κτλ.
- Χρήση του αρνητικού ‘κί, «όπερ κατ’ εξοχήν διαστέλλει αυτήν από την κοινήν Ελληνικήν» (Α.Α. Παπαδόπουλος): ‘κί θέλω, ‘κ’ εθέλεσα, ‘δεν ‘κί λέγω, ‘δεν ‘κ’ είπα κτλ.
- Δήλωση του συγκριτικού βαθμού με το άλλο ή κι άλλο + θετικός βαθμός (άλλο έμορφος ή κι άλλο έμορφος = «ομορφότερος») και του απόλυτου υπερθετικού με το πολλά (πολλά έμορφος = «πάρα πολύ όμορφος»).
3. ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΠΟΝΤΙΑΚΗΣ
Το γενικότερο πρόβλημα της ταξινόμησης των νεοελληνικών ιδιωμάτων/διαλέκτων το συναντούμε και στην περίπτωσητης ποντιακής. Δεν υπάρχει ακόμα μια οριστική κατάταξη των ιδιωμάτων του Πόντου, γιατί δεν είμαστε βέβαιοι για το κριτήριο με βάση το οποίο πρέπει να γίνει αυτή.
Ίσαμε σήμερα έχουν επιχειρηθεί διάφορες κατατάξεις. Μια πρώτη κατάταξη, που έγινε με γεωγραφικά κριτήρια, την οφείλουμε στο Μανόλη Τριανταφυλλίδη (Ιστορική εισαγωγή 288). Ξεχωρίζει σ’ αυτήν τα δυτικά ή νιώτικα ιδιώματα (Οινόης, Άνω Αμισού, Σινώπης, και Ινέπολης), τα ανατολικάή τραπεζουντιακά (Τραπεζούντας, Σουρμαίνων, ΌΦη, Ριζούντας, Ματσούκας, Κερασούντας, Τρίπολης και Λιβεράς) και τα νοτιοανατολικά ή χαλδιώτικα (Αργυρούπολης, Νικόπολης, Σάντας, Κρώμνης κ.ά.). Η διαίρεση αυτή δεν αποδίδει την πραγματική εικόνα της διαλεκτικής διαφοροποίησης. Είτε γιατί ξεχωρίζει ιδιώματα που ανήκουν στην ίδια ομάδα (π.χ. της Χαλδίας και της Τραπεζούντας) είτε γιατί συμπεριλαμβάνει πολύ διαφορετικά μεταξύ τους ιδιώματα (όπως το ιδίωμα της Τραπεζούντας και τα ιδιώματα Σουρμαίνων, ΌΦη, Ριζούντας).
Μια άλλη διαίρεση επιχείρησε αργότερα ο Α.Α. Παπαδόπουλος (Αρχείον Πόντου 18, 1953, 84), με φωνητικά κριτήρια. Με βάση την αποσιώπηση των άτονων φωνηέντων i και u και την τροπή των άτονων e και ο σε i και u, ο Παπαδόπουλος κατέταξε τα ποντιακά ιδιώματα σε δύο ομάδες, στη μεσημβρινή, η οποία διατηρεί τα φωνήεντα «απαθή» (ιδιώματα Αμισού, Ινέπολης, Κερασούντας, Νικόπολης, Οινόης, Σινώπης και Τρίπολης), και στην ημιβόρειο, η οποία αποσιωπά τα άτονα i και u, αλλά χωρίς να στενεύει τα άτονα e και ο (ιδιώματα Κοτυώρων, ΌΦη, Σάντας, Σουρμαίνων, Τραπεζούντας, Σεμενίου και Χαλδίας).
Τα κριτήρια της κατάταξης αυτής είναι παρμένα από τα βόρεια ιδιώματα της νέας ελληνικής. Εκεί όμως τα φαινόμενα αυτά παρουσιάζουν κανονικότητα και η ταξινόμηση εκείνων των ιδιωμάτων, σε βόρεια, ημιβόρεια και νότια, αποδίδει τη φυσιογνωμία τους, πράγμα που δε συμβαίνει στην περίπτωση της ποντιακής. Γιατί σ’ αυτήν το φαινόμενο της αποσιώπησης των άτονων i και u ούτε κανονικότητα έχει ούτε τη βασική φυσιογνωμία των ιδιωμάτων της αποδίδει. Χρησιμοποιούμε δηλαδή ως κριτήριο ένα ισόγλωσσο που έχει δευτερεύοντα και συμπτωματικό χαρακτήρα στα ποντιακά ιδιώματα.
Με τα σημερινά δεδομένα της διαλεκτολογικής έρευνας πιστεύω ότι η κατάταξητων ποντιακών ιδιωμάτων με βάση το ισόγλωσσο «τελικό ν», που την επιχείρησε και αυτήν ο Α. Α. Παπαδόπουλος, δίνει την πιο αντιπροσωπευτική εικόνα της διαλεκτικής διαφοροποίησης στον ποντιακό χώρο. Με βάση λοιπόν τη διατήρηση ή αποσιώπηση του τελικού v έχουμε στην ποντιακή δύο ομάδες ιδιωμάτων. Στην πρώτη (ιδιώματα που διατηρούν το τελικό ν) ανήκουν τα ιδιώματα Κοτυώρων, Κερασούντας, Τρίπολης, Τραπεζούντας, Ματσούκας, Σάντας, Χαλδίας και Νικόπολης και στη δεύτερη (ιδιώματα που το αποσιωπούν) ανήκουν τα ιδιώματα Ινέπολης, Αμισού, Οινόης, Όφη και Σουρμαίνων.
Δημήτρης Ε. Τομπαΐδης
Φιλόλογος, Μέλος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου
Από την «Εγκυκλοπαίδεια Ποντιακού Ελληνισμού»
Εκδόσεις Μαλλιάρης – Παιδεία
Η Ιστορία του Πόντου
Η ιστορία του Ελληνισμού του Εύξεινου Πόντου, αρχίζει με το πέρασμα από το μύθο στην αλήθεια, με την Αργοναυτική εκστρατεία και τις πρώτες εγκαταστάσεις των Ελλήνων αμέσως μετά τον Τρωικό πόλεμο (1100 π.Χ.). Η σημασία του Εύξεινου Πόντου διαφαίνεται από τις αρχές του Η’ π.Χ. αιώνα με την ίδρυση της Σινώπης από Μιλήσιους το 785 π.Χ. και αργότερα των άλλων πόλεων: Τραπεζούντας (756 π.Χ.), Κερασούντας (700 π.Χ.), Αμισού (Σαμψούντας 600 π.Χ.), Κοτυώρων (Ορντού), Τριπόλεως κλπ. Μαρτυρία για τον πλούτο, την ευημερία και την ελληνικότητα των αποικιών αυτών είναι η περιγραφή του Ξενοφώντα στην Κάθοδο των Μυρίων. Μέχρι την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου οι Έλληνες βρισκόταν μόνο την παραλιακή περιοχή της αποικισμένης χώρας, από τότε όμως άρχισε η εξάπλωση προς νότο και ο εξελληνισμός των γηγενών φυλών. Στο μεσοδιάστημα των Αλεξανδρινών χρόνων και της Ρωμαϊκής κατακτήσεως, στην περίοδο των Μιθριδατών, ο εξελληνισμός προχωρεί βαθύτερα. Στην Ρωμαϊκή περίοδο έρχεται σύμμαχος του ελληνισμού ο Χριστιανισμός, που διέδωσαν οι απόστολοι Ανδρέας και Πέτρος και τα Χριστιανικά μοναστήρια αποτελούν εστίες πίστης και εθνικής συνείδησης. Στους Βυζαντινούς χρόνους ο Μέγας Κωνσταντίνος μετέβαλε τον Πόντο σε επαρχία του κράτους, ενώ ο Ιουστινιανός όρισε πρωτεύουσα της επαρχίας την Τραπεζούντα. Ο δεσμός Aυτοκρατορίας και Εύξεινου Πόντου διατηρείται μέχρι την κατάληψη της Κωνσταντινουπόλεως από τους Φράγκους το 1204, όταν δημιουργείται η αυτοκρατορία της Τραπεζούντας από τους Κομνηνούς, που υποτάχθηκε το 1461 ύστερα από οκτώ χρόνια από την κατάληψη της Κωνσταντινουπόλεως από τους Τούρκους το 1453. Επακόλουθο της καταλήψεως της Τραπεζούντας ήταν οι σφαγές, οι λεηλασίες και ο βίαιος εξισλαμισμός.
Η προσφορά των Ποντίων και η Ποντιακή αναγέννηση
Από το 1100 π.Χ. έως το 1923 μ.Χ., ένα διάστημα 3.000 χρόνων, ο Πόντος υπήρξε ένα από τα σπουδαιότερα τμήματα του ελληνικού έθνους, στο οποίο ο ελληνισμός της περιοχής αυτής τόσο στα χρόνια της αρχαιότητας και του Μ. Αλεξάνδρου όσο και της ρωμαιοκρατίας και του Βυζαντίου και αυτής της τουρκοκρατίας (1461–1922) δεν έπαυσε να διατηρεί αλώβητη την εθνική του συνείδηση. Σ΄ όλη τη διάρκεια των αιώνων αυτών, ο Εύξεινος Πόντος ανέδειξε το φιλόσοφο Διογένη, τον Ηρακλείδη τον Πολιτικό, τον Διϊφιλο, τον Στράβωνα, στον Μεσαίωνα τον Βησσαρίωνα και τόσους άλλους και στους Νέους Χρόνους τους Καρατζάδες, τους Μουρούζηδες, τους Γαβράδες, τους Υψηλάντες, τον Πασσαλίδη, τον Καπετανίδη, κ.ά.
Η οικονομική ανάκαμψη του Ποντιακού Ελληνισμού συνδυάστηκε με δημογραφική άνοδο. Το 1865 οι Έλληνες του Πόντου ανέρχονταν σε 265.000 άτομα, το 1880 σε 330.000 άτομα οι οποίοι κατοικούσαν κυρίως στα αστικά κέντρα. Ο ποντιακός ελληνισμός που ζούσε στις αρχές του 20ου αιώνα στις περιοχές Σινώπης, Αμάσειας, Τραπεζούντας, Σαμψούντας, Λαζικής, Αργυρούπολης, Σεβάστειας, Τοκάτης, και Νικόπολης της Οθωμανικής αυτοκρατορίας αριθμούσε, σύμφωνα με υπολογισμούς του Οικουμενικού Πατριαρχείου και των Οθωμανικών αρχών περίπου 600.000 άτομα. Παράλληλα στη νότια Ρωσία, στην περιοχή του Καυκάσου, την ίδια εποχή υπήρχαν περίπου 150.000 Πόντιοι, που είχαν μετοικίσει εκεί μετά την άλωση της Τραπεζούντας το 1461. Μετά την λήξη του Α’ παγκοσμίου πολέμου και τη διεθνή τάση για αυτοδιάθεση των λαών, εξέχοντες Πόντιοι (Κ.Κωνσταντινίδης κ.ά ) συνέλαβαν την ιδέα της δημιουργίας Ανεξάρτητης Δημοκρατίας του Πόντου με υπομνήματα και παραστάσεις προς τους εκπροσώπους των Μεγάλων Δυνάμεων, σχεδιάζοντας και χάρτη του «διεκδικούμενου Πόντου», σχέδιο όμως που δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ.
Ο Πόντος το παραλιακό τμήμα της Β.Α. Μ.Ασίας, που απλώνεται από την περιοχή της Σινώπης ως το ανατολικό άκρο του Ευξείνου Πόντου (Βατούμ), είχε το 1918 έκταση 71.500 τετραγωνικών χιλιομέτρων με 2.048.250 κατοίκους την περίοδο εκείνη, από τους οποίους 697.000 ήταν Έλληνες Ορθόδοξοι.Οι κυριότερες πόλεις του Πόντου ήταν: η Τραπεζούντα με 50.000 κατοίκους τότε, από τους οποίους 15.000 Έλληνες, η Κερασούντα με 20.000 κατοίκους, από τους οποίους 12.000 Έλληνες, η Τρίπολη με 10.000, από τους οποίους 3.000 Έλληνες, τα Κοτύωρα (Ορντού) με 12.000, από τους οποίους 6.000 Έλληνες, η Αμισός (Σαμψούντα) με 35.000, από τους οποίους 18.000 Έλληνες, η Σινώπη με 15.000, από τους οποίους 4.500 Έλληνες, η Νικόπολη με 1.500 Έλληνες, η Αργυρούπολη με 6.000 κατοίκους, από τους οποίους 2.500 Έλληνες και η Αμάσεια με 42.000, από τους οποίους 18.000 Έλληνες. Ο Πόντος ήταν χωρισμένος σε 6 μητροπόλεις:1. τη μητρόπολη Τραπεζούντας με 84 σχολεία, 165 καθηγητές και δασκάλους και 6.800 μαθητές και μαθήτριες, 2. τη μητρόπολη Ροδοπόλεως με 55 σχολεία, 87 καθηγητές και δασκάλους και 3.053 μαθητές και μαθήτριες, 3. τη μητρόπολη Κολωνίας με 88 σχολεία, 94 καθηγητές και δασκάλους και 4.900 μαθητές και μαθήτριες, 4. τη μητρόπολη Χαλδίας – Κερασούντας με 252 σχολεία, 322 καθηγητές και δασκάλους και 24.800 μαθητές και μαθήτριες, 5. τη μητρόπολη Νεοκαισαρείας με 182 σχολεία, 193 καθηγητές και δασκάλους και 12.800 μαθητές και μαθήτριες και 6. τη μητρόπολη Αμασείας με 376 σχολεία, 386 καθηγητές και δασκάλους και 23.600 μαθητές και μαθήτριες.
Σε όλο τον Πόντο λειτουργούσαν 1.047 σχολεία με 1.247 καθηγητές και δασκάλους και 75.953 μαθητές και μαθήτριες. Ανάμεσα στα σχολεία το Φροντιστήριο Τραπεζούντας, το Φροντιστήριο Αργυρουπόλεως, το Λύκειο Γουμεράς, το Ημιγυμνάσιο Κερασούντας, το Γυμνάσιο Αμισού κλπ. Σε σύνολο επίσης 1.131 ναών, 22 μοναστηριών, 1.647 παρεκκλησίων και 1.459 κληρικών της εποχής αυτής περίφημα ήταν για τη διατήρηση και καλλιέργεια του θρησκευτικού φρονήματος και της παιδείας συνάμα τα μοναστήρια Παναγίας Σουμελά, Παναγίας Γουμερά, Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα, Αγίου Ιωάννου του Βαζελώνος κλπ.Η Γενοκτονία.Τον Δεκέμβριο του 1916 εκπονήθηκε από τους Τούρκους στρατηγούς Εμβέρ και Ταλαάτ σχέδιο εξόντωσης του άμαχου ελληνικού πληθυσμού του Πόντου που προέβλεπε, «άμεση εξόντωση μόνον των ανδρών των πόλεων από 16-60 ετών και γενική εξορία όλων των ανδρών και γυναικοπαίδων των χωριών στα ενδότερα της Ανατολής με πρόγραμμα σφαγής και εξόντωσης». Το πρόγραμμα ξεκίνησε 15 ημέρες αργότερα και εφαρμόστηκε κυρίως στις περιοχές της Σαμψούντας και της Πάφρας. Η περιοχή της Τραπεζούντας είχε γλιτώσει από τη μανία των Τούρκων διότι είχε καταληφθεί τον Απρίλιο του 1916 από τον ρωσικό στρατό. Όταν όμως οι Ρώσοι εγκατέλειψαν την πόλη τον Φεβρουάριο του 1918, τότε ο μισός περίπου πληθυσμός της περιοχής εγκατέλειψε τις εστίες του και ακολούθησε τον ρωσικό στρατό κατά την υποχώρησή του. Οι περισσότεροι από τους πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν στην περιοχή του Καυκάσου και των παραλίων της Γεωργίας. Έκτοτε και μέχρι τον Αύγουστο του 1922 ο Κεμάλ, έχοντας εκκαθαρίσει τα δευτερεύοντα μέτωπα στη Μικρά Ασία, προχώρησε στη σταδιακή εξόντωση του Ποντιακού Ελληνισμού. Οι πόλεις και τα χωριά κάηκαν, και οι Πόντιοι και οι Πόντιες δολοφονήθηκαν, ατιμάστηκαν, εξορίστηκαν ή έφευγαν ομαδικά στα δάση και στα βουνά. Οσοι άνδρες συλλαμβάνονταν προωθούνταν στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Από την έκρηξη του Α’ παγκοσμίου πολέμου έως το 1923, οι Νεότουρκοι και οι Κεμαλικοί με τα σκληρά μέτρα που έλαβαν εναντίον των Ελλήνων του Πόντου με τη μέθοδο των εξοριών, βιασμών, σφαγών, εξανδραποδισμών και απαγχονισμών (κατά τον Πανάρετο Τοπαλίδη) εξόντωσαν:
α. κατά την περίοδο 1914-1918 170.576 Ποντίους β. κατά την περίοδο 1918-1923.119 122 Ποντίους δηλαδή συνολικα 289.698 Ποντίουςποσοστό δηλαδή 41,56% σε σύνολο 697.000 Ελλήνων κατοίκων, ενώ κατά τον Γ. Βαλαβάνη οι απώλειες των Ποντίων σύμφωνα με τη Μαύρη Βίβλο του Κεντρικού Συμβουλίου των Ποντίων στην Αθήνα ανέρχονται σε 303.238 ως το 1922. Συγκεκριμένα οι Ελληνες του Πόντου πριν το Γενικό Πόλεμο του 1914 ανέρχονταν σε 700.000 κατοίκους, αριθμός που αναγνωρίσθηκε επίσημα από την κυβέρνηση του Κιαμήλ πασσά. Η στατιστική της Μαύρης Βίβλου, η οποία εκδόθηκε από το Κεντρικό Συμβούλιο του Πόντου στα 1922 αναφέρει: 'οι σφαγέντες και οπωσδήποτε εξολοθρευθέντες Έλληνες του Πόντου από το 1914 μέχρι το 1922 ανέρχονται εις τους εξής αριθμούς:
Περιφέρεια Αμασείας 134078
Περιφέρεια Ροδοπόλεως 17.479
Περιφέρεια Χαλδείας - Κερασούντας 64.582
Περιφέρεια Νεοκαισαρείας 27.216
Περιφέρεια Τραπεζούντας 38.435
Περιφέρεια Κολωνίας 21.448
Σύνολο 303.238
Μέχρι την άνοιξη του 1924 το μαρτυρολόγιο των Ποντίων περιέλαβε ακόμα 50.000 νεομάρτυρες στην πλειοψηφία τους γυναικόπαιδα., συνολικά δηλαδή ο αριθμός των Ποντίων που δολοφονήθηκαν ως το Μάρτιο του 1924 ήταν 353.000, ποσοστό που ξεπερνάει το 50% του ολικού πληθυσμού των Ελλήνων του Πόντου.Οι νεοτουρκικές και κεμαλικές αρχές προσχεδίασαν και συμμετείχαν στην γενοκτονία. Οι διαταγές για τους εκτοπισμούς στο Κουρδιστάν και την Συρία των Ποντιακών πληθυσμών είτε με τη μορφή κυβερνητικών αποφάσεων είτε νομοσχεδίων της «εθνοσυνεύλευσης», όπως η 1041της 12ης Ιουνίου 1921, η 941 της 16ης Ιουνίου του ίδιου έτους, έχουν την υπογραφή των υπουργών αλλά και του Κεμάλ. Οι θηριωδίες και οι βαρβαρότητες του προκατόχου του Τοπάλ Οσμάν κλιμακώνονται και εκτελούνται κατόπιν διαταγής του αρχηγού του κεμαλικού στρατού Νουρεντίν Πασά, του μετέπειτα σφαγέα του Ελληνισμού της Σμύρνης και δήμιου του Αρχιεπίσκοπου Σμύρνης – νεομάρτυρα και εσχάτως αγιοποιηθέντα Χρυσόστομου. Η εκρίζωση αυτή των Ελλήνων του Πόντου είναι από τα πρωτοφανή εγκλήματα στην ανθρώπινη ιστορία. Ύστερα από 27 αιώνες ζωής ένας λαός εκριζώθηκε αφήνοντας πατρογονικές εστίες, εκκλησίες, τάφους προγόνων και ρίχτηκε στις ακτές της Ελλάδος. Η Μακεδονία, η Θράκη, η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη, ο Πειραιάς, η Πάτρα, ο Βόλος, η Καβάλα, η Δράμα και άλλες περιοχές είναι οι χώροι όπου προσπάθησαν και ρίζωσαν οι πρόσφυγες Πόντιοι.
Οι ΚρυπτοχριστοανοίΣτον Πόντο παρουσιάσθηκε το φαινόμενο του Κρυπτοχριστιανισμού, της κρυφής δηλαδή λατρείας του Χριστού από βιαίως εξισλαμισθέντες Έλληνες, που στα φανερά υποκρίνονται τους Μωαμεθανούς και στα κρυφά, σε υπόγεια και κρύπτες, λειτουργούνται, βαπτίζονται, παντρεύονται από τότε και μέχρι σήμερα. Είναι γνωστό ότι μετά την άλωση της Τραπεζούντας υποχρεώθηκαν σε εξισλαμισμό οι επιφανείς οικογένειες και πλήθος νέων του Πόντου. Όπως γράφει πληροφορεί ο Μητροπολίτης Τραπεζούντος και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χρύσανθος, οι εξισλαμισμοί στον Πόντο πραγματοποιήθηκαν την περίοδο 1648- 1687 από τις πιέσεις των φεουδαρχών. Σήμερα στην Τουρκία υπάρχουν ακόμη άτομα που μιλούν ή καταλαβαίνουν τα ποντιακά που είναι η αρχαιότερη ζώσα διάλεκτος της ελληνικής γλώσσας. Τα μέλη αυτής της ομάδας κατάγονται από την Τραπεζούντα και βρίσκονται σκορπισμένα σε διάφορα μέρη της Τουρκίας, καθώς και στο εξωτερικό, ως μετανάστες. Τα ποντιακά ομιλούνται σε εξήντα χωριά της περιφέρειας Τραπεζούντας, τα περισσότερα από τα οποία βρίσκονται στην περιοχή του Οφη. Με τους πιο συντηρητικούς υπολογισμούς, η διάλεκτος αυτή ομιλείται από 300.000 περίπου άτομα
Η σημασία της 19ης Μαΐου
Μόλις το 1994 το ελληνικό κοινοβούλιο και μετά από αγώνες πολλών χρόνων θέσπισε την 19η Μαΐου ως ημέρα μνήμης των 353.000 και πλέον Ποντίων που δολοφονήθηκαν από τους νεότουρκους και κεμαλικούς. Οι Πόντιοι, ένας λαός με μεγάλη αγάπη στην ελευθερία, την αλήθεια, τη ζωή, την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, τις ηθικές αξίες, τον άνθρωπο, ήταν αδύνατο να ζήσουν στην απόκρυψη της Ιστορίας, στον εφησυχασμό, στην υποκρισία, στο ψέμα. Έτσι μία ημέρα διώξεων, παθών, θανάτου, μετατράπηκε σε ημέρα ζωής, αφετηρία ανάστασης και Ποντιακής αναγέννησης. Ο ορισμός, η καθιέρωσης της 19ης Μαΐου ως ημέρας μνήμης της γενοκτονίας συμβόλιζε τη νίκη της ζωής επί του θανάτου, της ανάστασης επί της σταύρωσης, της αναγέννησης επί της παρακμής, της Ιστορίας. Το αίμα εκατοντάδων χιλιάδων μαρτύρων ανδρών, γυναικών, παιδιών, βρεφών, το αίμα των ανταρτών του Πόντου ζητούσε δικαίωση. Δεν μπορούσε να μείνει χωρίς μια ημέρα απόδοσης τιμής, αλλά και αγωνιστικής κινητοποίησης για την αναγνώριση και τη δικαίωσή του από την ανθρωπότητα. Τα εκατοντάδες χιλιάδες θύματα του κεμαλικού φασισμού και ρατσισμού, οι βιασμοί, οι διώξεις, οι απελάσεις από την ιστορική πατρίδα των νέων ανθρώπων, γυναικών, παιδιών, ηλικιωμένων, ήταν ένα από τα πιο μεγάλα και συνεχή εγκλήματα που γνώρισε ο κόσμος.
Δυστυχώς οι Έλληνες, δεν κατόρθωσαν αναδείξουν πολιτικές, ένα σχέδιο, να προτείνουν και να υλοποιήσουν μία στρατηγική όπως οι Εβραίοι και οι Αρμένιοι, που θα ανάγκαζε το θύτη να αναγνωρίσει το έγκλημα και να ζητήσει συγνώμη. Αντίθετα, η μακροχρόνια ολιγωρία και η στήριξη μέσω εξωελλαδικών αλλά και μέσα στην Ελλάδα μηχανισμών του φασιστικού τουρκικού καθεστώτος της Τουρκίας μπροστά στο αναμφισβήτητο έγκλημα, ήταν η πολιτική που κυριάρχησε. Από την άλλη οι Πόντιοι για μεγάλο χρονικό διάστημα για την συνέχεια και της ιστορίας και της ταυτότητάς τους περιορίστηκαν σε μια μονομερή πολιτιστική απάντηση. Οι συνθήκες όμως παραχάραξης, εξέλιξης των ελληνοτουρκικών σχέσεων, οι σχέσεις υφισταμένου του ελλαδικού κράτους δεν επέτρεψαν να εκφραστούν οι προβληματισμοί και οι ανησυχίες των Ποντίων. Παράλληλα έλειψε κάθε ιστορική αναφορά είτε στο σχολείο είτε στο Πανεπιστήμιο που θα ήταν μία μεγάλη συνεισφορά στις νέες γενιές για την γνώση και τη μνήμη. Έλειψε μία Νυρεμβέργη για τους υπεύθυνους της Ποντιακής γενοκτονίας.Όλα αυτά δεν επέτρεψαν φυσικά τον Ποντιακό Ελληνισμό, να έχει τη δική του ημέρα μνήμης, όπως άλλοι λαοί, η οποία τόσο στο εθνικό και στο διεθνές πεδίο θα συμβόλιζε το δικαίωμα ενός λαού στη μνήμη, την μη παραγραφή του εγκλήματος και την αποτροπή τέλεσης νέων μαζικών δολοφονιών.
Οι Πόντιοι στερήθηκαν για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα το δικαίωμα στη μνήμη της θυσίας των γυναικών της Σάντας, των απαγχονισμών στην Αμάσεια, των δολοφονιών στην ίδια πόλη το 1921 των μαθητών του κολλεγίου Ανατόλια της Μερζιφούντας Ανανιάδη και αδελφών Παυλίδη, τους οποίους οφείλει να τιμήσει το ελληνικό σχολείο εδώ στο Μόναχο και τη Νυρεμβέργη, στερήθηκαν τη γνώση σχετικά με το έγκλημα. Μόλις το 1994 το ελληνικό κοινοβούλιο και μετά από αγώνες δεκαετιών θέσπισε την 19η Μαΐου ως ημέρα μνήμης των 353.000 και πλέον ανθρώπων που δολοφονήθηκαν από τους κεμαλικούς, τους πρώτες διδάξαντες τον φασισμό και το ρατσισμό.Σήμερα όμως υπάρχουν δυνάμεις που αντιστρατεύονται στην αναγνώριση του εγκλήματος της γενοκτονίας, πολεμούν το δικαίωμα στη μνήμη και την αξιοπρέπεια ενός λαού. Άραγε τι δηλώνει εδώ και μία περίοδο η προσπάθεια να αλλοιωθεί και τελικά να καταργηθεί η 19η Μαΐου; Τι σημαίνει η συναυλία των Ρουβά-Κούτ, στην Κύπρο, την 19η Μαΐου 1997, η αποστολή της κρατικής Ορχήστρας Αθηνών την 19 Μαΐου 1998 στην Άγκυρα, ο ποδοσφαιρικός αγώνας Ελλάδος- Τουρκίας την 19η Μαΐου 2000 στην τουρκική πρωτεύουσα και μάλιστα στο στάδιο «Ατατούρκ», η αποβίβαση την ίδια ημερομηνία των τουρκικών στρατευμάτων στην Πελοπόννησο και η προσγείωση τουρκικών αεροσκαφών στην προσφυγική Νέα Αγχίαλο ή οι φετινές ποδοσφαιρικές συναντήσεις την ίδια ημέρα στην Κομοτηνή; Ποια υποχρέωση είχε ο Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας, να καταθέσει στεφάνι στο μαυσωλείο του Κεμάλ, του ανθρώπου που έχει κατηγορηθεί ως υπεύθυνος οργάνωσης και εκτέλεσης αυτών των εγκλημάτων; Γιατί η Βουλή των Ελλήνων αρνείται να εκδώσει την ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού και τα στοιχεία που αποδεικνύουν το έγκλημα της γενοκτονίας αθετώντας τις υποχρεώσεις που ανέλαβε με τη ψήφιση του σχετικού νομοσχεδίου; Από πότε η αλληλεγγύη ως βασικό συστατικό στοιχείο του Έλληνα τσαλακώνεται με την επικείμενη απέλαση των Ποντίων φοιτητών του Παντείου στην Τουρκία, που εμάς τους κατοίκους της Αλεξανδρούπολης μας θυμίζει την απέλαση 13 Ποντίων μαθητών εκ Τραπεζούντας τον Οκτώβριο του 1962; Οι δυνάμεις που πράττουν ανήθικα και χυδαία, που δεν σέβονται την ημέρα μνήμης είναι πολλές και έχουν διαπαραταξιακή προέλευση.
Και όλα αυτά τη στιγμή που στην ίδια την Τουρκία υπάρχουν δημοκρατικές δυνάμεις, που καλούν το τουρκικό καθεστώς να αναγνωρίσει τη γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού. Μετά τον άγνωστο διανοούμενο που έγραψε στο περιοδικό Kaldirac (Μοχλός Κωνσταντινούπολη) για τη γενοκτονία των λαών του Εύξεινου Πόντου, τελευταίο δείγμα αποτελεί ο Σύλλογος Αντιπάλων της Γενοκτονίας, εδώ κοντά μας στη Φρανκφούρτη ο οποίος έστειλε 11.247(!) υπογραφές, προς την τουρκική Εθνοσυνέλευση με τίτλο «αναγνωρίστε τη γενοκτονία» και υπότιτλο «αυτός είναι ο αληθινός δρόμος της φιλίας και της ειρήνης». Με την πολιτική που ακολουθείται την τελευταία περίοδο, θέλουν να επιστρέψουμε στη ρατσιστική λήθη της δεκαετίας του 1950, όταν απαγορευόταν στην Ελλάδα, κάθε ιστορική αναφορά για την Ιωνία, τη Θράκη, τον Πόντο, την Καππαδοκία, χάριν του δόγματος ακεραιότητας και επιβίωσης της Τουρκίας, του τελευταίου ρατσιστικού καθεστώτος στον κόσμο. Το ζητούμενο σήμερα από τα κέντρα αμνησίας και εξασφάλισης της βιωσιμότητας της Τουρκίας, είναι να καταργήσουν την 19η Μαΐου ως ημέρα μνήμης. Κινούνται χωρίς στρατηγική, με τυχοδιωκτισμό υπερασπιζόμενα τους φασίστες, τους Γκρίζους Λύκους με τους οποίους συνδιαλέγονται.
Η 19η Μαΐου όμως είναι απαράγραπτη και αναλλοίωτη, η ημέρα αυτή θα αναδειχθεί από όλους τους λαούς της περιοχής, σύμβολο της αντίστασης και του αγώνα ενάντια στο φασισμό και στο ρατσισμό.Οι Πόντιοι σήμεραΣήμερα στην Ελλάδα και τη Διασπορά στις Η.Π.Α., τη Γερμανία, την Αυστραλία, τον Καναδά, οι Πόντιοι είναι περίπου ενάμιση εκατομμύριο ψυχές, αποτελούν εκλεκτό τμήμα του ελληνικού έθνους, που μπόλιασαν μαζί με τους άλλους πρόσφυγες τον ελλαδικό χώρο με την εργατικότητα, την έφεση στην οικονομία, στις επιστήμες και τον πολιτισμό, και συντέλεσαν και συντελούν στην αναγεννητική προσπάθεια του έθνους, κράτησαν και κρατούν τον πολιτισμικό τους πλούτο, το αρχαιοπρεπές γλωσσικό ιδίωμα, που είναι η πιο γνήσια επιβίωση της αρχαίας ιωνικής διαλέκτου, τα τραγούδια, τους χορούς και τους μεταλαμπαδεύουν στις επερχόμενες γενιές. Με τα σωματεία και το θέατρο, τα περιοδικά και εφημερίδες οι Πόντιοι διασώζουν την πολιτισμική κληρονομιά, με τις ενώσεις και τους συλλόγους καλλιεργούν την παράδοσή τους και ζουν και πορεύονται με γνώμονα πάντα την ποντιακή ζωή και την ποντιακή τους συνέχεια.
Μέρος της ομιλίας του Θ. Μαλκίδη στην εκδήλωση του Συλλόγου Ποντίων Νταχάου για την ημέρα μνήμης της γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού. Γερμανία 19 Μαΐου 2002.